Tags
Dating, eleven bar restaurant, Γκάζι, Καρύτση, γεροντοκόρικη ζωή, εργένης, PUA, relationship, sex
Αυτή η ιστορία συνέβη το Νοέμβριο του 2011 κι έχει και συνέχεια.
Αυτός ο τίτλος, δεν είναι και πολύ πιασάρικος. Ναι, τώρα που τον ξανακοιτάζω, δεν βγάζει και πολύ γκλάμουρ, μυστήριο, σεξαπίλ ή έστω μια ροζ κοριτσίστικη αφέλεια, ένα πράμα. Μπα. Με την καμία. Μάλλον μια μιζέρια, μια κατήφεια, ένα φλιτζάνι τίλιο, εργόχειρο και πλέξιμο, 7 γάτες και πολλούς ιστούς αράχνης. Στις γωνίες. Στη μία γωνία, συγκεκριμένα. Που σχηματίζουν τα πόδια της εν λόγω γεροντοκόρης. Ναι, σίγουρα, δεν είναι καθόλου ελκυστικός σαν τίτλος. Καμία σχέση ρε παιδί μου με το αντίστοιχο «εργένικη ζωή». Θα μου πεις, αντίστοιχο της «γεροντοκόρης», είναι το «γεροντοπαλίκαρο», όχι ο «εργένης». Σωστά. Αλλά θα σου πω κι εγώ, και ποιο είναι τότε το αντίστοιχο του «εργένη»; Σιγή. Κενό σύνολο. Άρα, αναγκαστικά στρεφόμαστε στη γεροντοκόρη. Η γλώσσα είναι η πηγή του κακού. (Αλλά και όλων των καλών –άσχετο, και θυμίζει την Κασσιανή. Αλλά αυτό είναι άλλο τροπάριο). Η λέξη «εργένης» λοιπόν (από το τούρκικο ergen), σημαίνει «άγαμος άντρας που ζει μόνος του». Και η «εργένικη ζωή» βγάζει πολύ θετικούς συνειρμούς, βγάζει κάτι σε «ζωή χαρισάμενη». Ενώ, αντίστοιχα…
η «γεροντοκόρικη ζωή», θυμίζει τη ζωή εν τάφω.
Μην ανησυχείς, δεν πάω να ανοίξω φιλοσοφική συζήτηση. Απλά, ένας καλός μου φίλος (ναι, είναι αγόρι και είναι απλά φίλος), μου σύστησε να ρίξω μια ματιά σε ένα μπλογκ που λέγεται Εργένικη Ζωή. Έριξα μια ματιά, έριξα και δεύτερη ματιά, το διάβασα όλο. Πολύ διασκεδαστικό, και το Αγόρι-Εργένης γράφει μια χαρά. Να συνοψίσω με λίγα λόγια σε τι αναφέρεται η πλειοψηφία των αναρτήσεων: 1) Γενική ανάλυση (δίνονται και στοιχεία αληθινής ζωής) του πόσο δεν αξίζει κανείς να σπαταλά τη ζωή του και το χρόνο του σε «σοβαρές σχέσεις» με Γκόμενες που τελικά αποδεικνύεται ότι τον κερατώνουν ή τον κάνουν ό,τι θέλουν ή και τα δύο μαζί. Τότε, ο εν λόγω άντρας αναφέρεται ως Μαλάκας. 2) Αληθινές ιστορίες από γνωριμίες με Γκόμενες που φαίνονται από την αρχή ή αποδεικνύονται σύντομα ότι είναι τρελά τσουλιά / τρελά psycho (τρελές) / τρελά κτητικές ή όλα αυτά μαζί. 3) Αληθινές ιστορίες με γνωστούς ή (πρώην) φίλους του που την έχουν πατήσει με Γκόμενες (βλέπε 2) οπότε γενικά την έχουν πατήσει και άρα είναι Μαλάκες (βλέπε 1). Το πιάνεις το νόημα, δεν δείχνει να είναι ένθερμος οπαδός του φεμινιστικού κινήματος. Στην ανάγκη, άντε να ‘καιγε κάνα σουτιέν. Με τη Γκόμενα μέσα.
ΟΚ, αυτή ήταν μια πολύ -πολύ περιληπτική περίληψη του γενικού νοήματος του μπλογκ, αλλά αρκετά αντιπροσωπευτική. Ξαναλέω, σε πολλά συμφώνησα, σε πολλά γέλασα και, γενικά, ό,τι κι είναι αυτό που θα με κάνει να το διαβάσω μονορούφι, καλό είναι. (ΟΚ, έχω πολύ ελεύθερο χρόνο αυτό τον καιρό αλλά ακόμα και στο γραφείο να ήμουν, το ίδιο θα έκανα). Άσε που είναι πολύ ευχάριστο και ανανεωτικό (ριφρέσινγκ) να διαβάζω επιτέλους κάτι αγορίστικο (γιατί εδώ που τα λέμε, τα περισσότερα καταραμένα αγόρια δεν διαβάζουν, πόσο μάλλον να γράψουν). Και, βέβαια, δεν μιλάω για αγόρια που γράφουν για την Ομορφιά της Ελληνικής Φύσης στη Ρούμελη ή για Το Άγιο Πνεύμα της Ορθοδοξίας. Αυτά είναι τα «αγόρια» που η ελληνική γλώσσα θα τα κατέτασσε στα «γεροντοπαλίκαρα». Λυπάμαι αλλά όχι. Το σπάνιο είναι να γράφουν οι Εργένηδες. Κι όταν λέω «Εργένηδες», μιλάω για τους ενεργούς Εργένηδες. Αυτούς που έχουν και κάτι άλλο να κάνουν με το χρόνο τους.
Αυτούς που σπάνια δεν έχουν τι να κάνουν οπότε πάνε για ψάρεμα.
Κι ένα απ’ αυτά που διάβασα με το οποίο ταυτίστηκα πλήρως, είναι ένα κείμενο για τις καλοκαιρινές διακοπές. Λέει λοιπόν ο Εργένης ότι στην ερώτηση «πώς πέρασες το καλοκαίρι;» ακούς πράγματα του τύπου «ήταν σούπερ, γαμάτες παραλίες, φοβερό φαγητό, τέλεια δωμάτια, καλός κόσμος…» κ.λπ. Εκεί ο Εργένης (κι εγώ μαζί) κοιτάμε τον άλλον με κενό βλέμμα, γιατί η αλήθεια είναι ότι στ’ αρχίδια μας όλα αυτά, το θέμα στις διακοπές είναι ποιον/ ποιους/ πόσους θα γνωρίσεις και τι πρόκειται να επακολουθήσει. (ΟΚ, για μένα είναι σημαντικός και ο καλός φωτισμός στο δωμάτιο και να υπάρχει καθρέφτης που φτάνω να κοιταχτώ για να βαφτώ, αλλά καταλαβαίνεις τι εννοώ). Το άλλο σημείο που γέλασα (πάλι καλοκαιρινό) είναι σε κάποια φάση που αναλύει τη θεωρία «Όχι Σχέση Καλοκαιριάτικα». Διότι, ως γνωστόν, οι σχέσεις είναι χειμερινό σπορ. Σ’ αυτό έχω να προσθέσω ότι σε ξενικό σάιτ έχω δει την εκπληκτική λέξη και έννοια hiberdating, από το hibernating (= είμαι σε χειμερία νάρκη) + dating (= βγαίνω/ είμαι με κάποιον).
Στο Ελλάντα απλά ξεχειμωνιάζουμε ως βολικές αρκούδες.
Βέβαια, πολλά τα ερωτήματα. Καταρχήν, η εξής απορία: Απ’ ό,τι κατάλαβα, τις ωραίες γκόμενες τις λέει «παλιόμουνα». Γουάτ δε φακ; Αλλά το πιο αξιοπερίεργο είναι ότι ο Εργένης φαίνεται ότι γνωρίζει πάρα μα πάρα πολλά κορίτσια που κερατώνουν ασύστολα όποιον «Μαλάκα» βρεθεί στο δρόμο τους. (Κι από αγόρια δείχνουν να υπάρχουν μόνο Μαλάκες –αυτοί που εννοεί αυτός όχι αυτοί που εννοούμε εμείς, στα κοριτσίστικα τους λέμε «καλά παιδιά»). Απ την άλλη, το παιδί το δηλώνει ότι προτιμάει τις δεσμευμένες γιατί δεν θα ζητήσουν ποτέ σχέση. Αυτές είναι στο τάργκετ γκρουπ του, οπότε λογικό να είναι πολλές. Αλλά και πάλι, φαίνεται να είναι ΟΛΕΣ. Κι εμένα μ’ αρέσει να πειράζω τον άλλον (όποιον έχω εκείνη τη στιγμή εύκαιρο) όταν τον παίρνουν τηλέφωνο και είμαστε στο κρεβάτι. Κάπου αναφέρει ο Εργένης ότι ενώ είναι με μια Γκόμενα και πηδιούνται, χτυπάει το τηλέφωνό της, είναι ο δικός της (ο Μαλάκας) και τη βάζει να το σηκώσει και της κάνει τρελίτσες. Κι εμένα μ’ αρέσει, είπαμε, έχει πλάκα. Μόνο που, όταν παίρνουν τους δικούς μου τηλέφωνο, είναι ή ο κολλητός τους: «Πού είσαι ρε μαλάκα, θα έρθεις να παίξουμε πλέι στέισιον;» ή η μαμά τους: «Πού είσαι αγορίνα μου κι έχει πάει 9 το πρωί; θες να φτιάξω σήμερα γεμιστά;» Απλά πράγματα. Και αθώα. Αν υποψιαζόμουν ότι τους έπαιρνε ένα κορίτσι που τους αγαπάει, θα!@#$%^&*! Γιατί ρε φίλε; Πας να μου καταστρέψεις το Κάρμα; Να έχω βρώμικη συνείδηση; Να με τρων οι τύψεις;
Να με κυνηγάν οι Ειρινύες;
Το άλλο που με προβληματίζει, είναι ο γενικός τόνος φωνής προς τις Γκόμενες. Αυτό το παιδί, μετά από τις Σχέσεις που έχει κάνει στο παρελθόν όπου προφανώς «έπαθε κι έμαθε», γνωρίζει πλέον άπειρες. Γκόμενες. Μπράβο του, με γεια του με χαρά του, ρισπέκτ, κουλουπού. Αλλά… δεν συμπαθεί καμία απ’ αυτές; Διότι, μιλάει σαν να τις μισεί. Ανατρέχοντας σε βλαμμένη βιβλιογραφία μεν, σχετικά βάσιμη δε, υποτίθεται ότι ο «σωστός» εργένης όχι μόνο τις αγαπάει τις γυναίκες, αλλά τις λατρεύει, και δεν θέλει να «κάνει σχέση» μαζί τους γιατί ξέρει καλά πόσο κοπρόσκυλο είναι και δεν θέλει να τις πληγώσει. Και το εννοεί. Αλλά εδώ, ο Εργένης μας μιλάει σαν να μισεί το άλλο φύλο. Είναι κομματάκι περίεργο. Είναι λιγουλάκι σαν να μιλάει μια «κακιά αδερφή». Αυτό το λέω μόνο και μόνο γιατί το γράψιμό του σε φάσεις μού βγάζει αυτού του είδους την κακία η οποία, παραδόξως, είναι από τα πράγματα που κάνει το μπλογκ διασκεδαστικό. Σοβαρά, δεν πέφτω τόσο χαμηλά ώστε να εννοώ ότι…
…ο Εργένης είναι τόσο βαθιά μέσα στη ντουλάπα που ζει στη Νάρνια.
Αλλά, ας πούμε, τυγχάνει να γνωρίζω Αγόρι που είναι Εργένης, είναι Παίκτης (ξενικά: Player), και φέρεται ευγενικά και με μεγάλη συμπάθεια προς τις γυναίκες. (Τον σκέφτομαι κάθε φορά που τρώω βρώμικο. Μένει Μαβίλη, γι’ αυτό. Μην σκέφτεσαι βρώμικα). Την πρώτη φορά που είχα πάει για επίσκεψη στο σπίτι του Παίκτη, λοιπόν, ένιωσα σαν να πρωταγωνιστώ σε ταινία δεκαετίας του 80, όπου μπαίνει η γκόμενα μέσα στο σπίτι του τύπου και τα φώτα χαμηλώνουν αυτόματα, βγαίνει διπλό κρεβάτι απ’ τον τοίχο, μίνι μπαρ, Μπάρυ Γουάιτ στο στέρεο, λάβα λαμπ και μπλακ λάιτ, τζακούζι και τέτοια. ΟΚ, όχι ακριβώς έτσι, αλλά μιλάμε ο άνθρωπος είχε (όχι ανοιγμένα, εννοείται) προφυλακτικά κρυμμένα κάτω από τασάκια, στα μαξιλάρια του καναπέ, πίσω από πίνακες (!!!) και πετσετάκια καταχωνιασμένα παντού, τα οποία φαντάζομαι μια δόλια καθαρίστρια πλένει και σιδερώνει εβδομαδιαίως –που να ‘ξερε. (Με τα πετσετάκια πάντως απηύδησα: «ΔΕΝ ΜΕ ΝΟΙΑΖΕΙ ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΘΑΡΟ, ΘΕΛΩ ΧΑΡΤΙ. ΘΕΛΩ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑΣ ΧΡΗΣΗΣ!!!») Όταν είπα «δεν έχω λαστιχάκι για τα μαλλιά, λέει «έχω πολλά». Του ξεμένουν, βλέπεις, γιατί δεν έχει ιδέα ποιας είναι τι και δεν μπορεί δείξει κι όλη του τη συλλογή γιατί θα διασύρουν το όνομά του, οπότε δεν επιστρέφει τίποτα. Προσεχώς ανοίγει κατάστημα με αξεσουάρ. Και, το πιο βασικό: το σεξ ήταν καλό. Γιατί δεν μπορείς να λέγεσαι παίκτης αν δεν ξέρεις να παίξεις. Όχι, παίζουμε.
Αμ το άλλο; Εγώ έχω δηλώσει στο παρελθόν ότι πάντα με χαροποιεί και νιώθω ευγνώμων απέναντι σε όποιον άνθρωπο θέλει να με πηδήξει, (χωρίς να σημαίνει ότι θα τον πηδήξω για να του εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου κιόλας, αλλά και πάλι). Ο Εργένης μας αναφέρει συνέχεια ότι η Γκόμενα θα ‘πρεπε να νιώθει πολύ τυχερή, ότι και πολύ της πέφτει, δεν φτάνει που θέλει να τη γαμήσει κιόλας… κ.λπ. Κάτσε ρε φίλε! Πόσο Θεός είσαι δηλαδή; Πατάς κουμπί και το πουλί σου μπαίνει στη δόνηση; Είσαι ο Ryan Gosling στο Crazy Stupid Love; (Αν ναι, πάω πάσο και ναι μωρή μαλάκω, πρέπει να είσαι ευγνώμων). –Δεν φταίω εγώ, αυτός τις λέει έτσι.
Σε πολλές από τις ιστορίες του, αναφέρει συχνά στην ότι κυκλοφορεί Καρύτση. Αυτό θα έλεγα ότι είναι σχεδόν καρμικό. Η Καρύτση είναι η Μόρντορ. Έχω γκρινιάξει ΤΟΣΕΣ φορές για το καταραμένο μέρος «και πάλι βγήκα, στο λάθος μπαρ απόψε να γαμήσω, μα τώρα είν’ αργά για να γυρίσω, πώς πάω στο eleven μοναχή;…» (το «να γαμήσω» είναι υπερβολή αλλά κάνει καλή ρίμα με το «ν’ αγαπήσω» οπότε το άφησα. Μην με κρίνεις). Και, ΟΚ, δέχομαι ότι η Καρύτση μού έχει δώσει ό,τι μπορεί να μου δώσει ένα τέτοιο μέρος αλλά ακριβώς περί αυτού πρόκειται: Ένα κακόμοιρο μέινστριμ Αγόρι βρίσκεται ξαφνικά, κατά λάθος και χωρίς να έχει καταλάβει πώς, μέσα σ’ ένα μπαρ που παίζει μουσική που πιθανώς ήταν στο τοπ 40 πριν το εν λόγω Αγόρι γεννηθεί, γύρω-γύρω του στέκονται κάτι εναλλακτικές γκόμενες με μουντά απροσδιορίστου χρώματος καφέ-γκρι-μαύρα ρούχα, φλατ παπούτσι και κόκκινο κραγιόν (στην καλύτερη, αλλιώς μιλάμε για αγνά παρθένα ταγάρια), και βλέπει κι εμένα να περιφέρομαι μπροστά του με μπλε ελεκτρίκ ή χρυσό φόρεμα (ή κάτι στραφταλιζέ τέλος πάντων) και τακούνια κ.λπ. Ε, μπες στη θέση του. Τι θα κάνει δηλαδή; Αναλαμβάνει δράση το αρχέγονο ένστικτο της επιβίωσης. «Βούτα την και πάμε».
Σ’ ένα σημείο που ο Εργένης εξηγεί την ύπαρξη του μπλογκ ως αντιστάθμιση στο γεγονός ότι «…όλα φιλτράρονται από μία κακώς εννοούμενη ηθική που θέλει τους πάντες να ξεχύνονται προς αναζήτηση της «αδόλευτης (δεν ξέρω τι σημαίνει “αδόλευτης”, μήπως “άδολης”;) και ειλικρινούς» αγάπης, είτε αυτοί που τα γράφουν είναι επαγγελματίες γραφιάδες που γράφουν φανταστικές ιστορίες και μετά τρέχουν στη γυναίκα τους, ή πατσόλες απόφοιτες σχολών δημοσιογραφίας που τελευταία φορά που γαμήθηκαν ήταν ενάμιση χρόνο πριν». ΟΚ, ομολογώ πως έχω τελειώσει κάτι που είχε στον τίτλο «Μέσα» και εννοούσε «ενημέρωσης». Άρα δεν απέχω από τη δημοσιογραφία. Επίσης, στα 35, (ειδικά αν με δεις μέρα), πες με και «πατσόλα» (δεν ξέρω τι είναι αλλά ακούγεται αρκετά ρεαλιστικό). Αλλά, όχι ρε Εργένη μου και πριν ενάμιση χρόνο! Πατσόλα πατσόλα, αλλά είπαμε. Αδόλευτα.
Αλλά, υπάρχει και το εξής κορυφαίο που με κάνει να τον αγαπώ και του τα συγχωρώ όλα. Είναι μια πρόταση που δεν ξέρω αν κατάλαβα σωστά ή αν μου διαφεύγει κάτι. Ελπίζω όχι. Λέει: «…καμία γκόμενα δεν έμεινε μόνη της μέχρι τα 35 γιατί έψαχνε την πραγματική αγάπη και δεν τη βρήκε…» Ενός λεπτού σιγή. Διότι, αν το πάρω έτσι όπως το λέει (σε παρακαλώ Παναγιά παρθένα μου), παιδιά, μέσα στο 2012, έρθει ή δεν έρθει το τέλος του κόσμου, έρθει ή δεν έρθει το τέλος της Ελλάδας, θα ‘ρθει επιτέλους ο Δικός Μου*. Τέλος.
*ιδανικά, πάνω σε φτερωτό μονόκερο.
Συνέχεια εδώ