Κάπου το χειμώνα, παράλληλα με τη γνωριμία μου με Κουτάβι, είχα αναφέρει σε Αγαπημένη Φίλη ότι θα βγω με τύπο που το ζώδιό του είναι Δίδυμος κι έχει ωροσκόπο Δίδυμο. Αγαπημένη Φίλη:
Μπα; βγαίνει ραντεβού ο Σατανάς;
Κι όμως, εγώ τυγχάνει να γνωρίζω ότι οι Υδροχόοι (όπως εγώ) ταιριάζουμε με τους Διδύμους περισσότερο από ό,τι με οποιοδήποτε άλλο ζώδιο -το αναφέρει ρητά, άλλωστε, και κάθε έγκυρο αστρολογικό περιοδικό. (Άσε που το έχω διαπιστώσει και ιδίοις όμμασι με Αστείο Αγόρι, εδώ). Γι’ αυτό, ενίοτε ζω επικίνδυνα και ρίχνω τόπο στον Ερμή (τον ανάδρομο).
Σ’ αυτήν εδώ την ιστορία, όλα ξεκίνησαν από μια πολύ-πολύ μακρινή γνωστή της Αδερφής, την οποία είχα δει μια φορά τυχαία σε κάτι μπουζούκια -και μάλιστα από μακριά. Μετά μάλλον έγινε φίλη στο facebook με Αδερφή, και κάπως έτσι, επίσης τυχαία, άρχισε να διαβάζει και το μπλογκ μου. Λίγο αργότερα, με κάνει φίλη στο facebook και ξεκινά να μου μιλά. Εγώ είμαι δεκτική κι ευγενική, παρόλο που η συζήτηση μαζί της σύντομα κατευθύνεται σε ελαφρώς τρομακτικά μονοπάτια, με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες από τη σεξουαλική της ζωή, οι οποίες –όσο κι αν σε εκπλήσσει- δεν αποτελούν πληροφορίες που θέλω να ακούω από αγνώστους. Τουλάχιστον που δεν γουστάρω. Που μάλιστα δεν μπορώ *καν* να γουστάρω, διότι τυγχάνει να είναι γυναίκες. Αποτελούν «TMI» που σημαίνει «Too Much Information», που σημαίνει «θα ήμουν πιο χαρούμενος άνθρωπος αν αυτό δεν το είχα μάθει ποτέ». Για να το ξεκαθαρίσω, αυτά που αναφέρω σ’ αυτό το μπλογκ γύρω από το σεξ είναι αυτό ακριβώς όπως το λέω:
ΓΥΡΩ από το σεξ
Τα αναφέρω ακριβώς όπως τα θέλω, ώστε (σε μένα τουλάχιστον, δεν ξέρω για σένα) να μην είναι αηδιαστικά. Αν ήταν ειπωμένα διαφορετικά, θα ήταν ένα ροζ μπλογκ (όχι μόνο κυριολεκτικά), θα ‘χε πολλές φωτογραφίες με κώλους και βυζιά και θα πλήρωνες συνδρομή για να το διαβάζεις.
Τέλος πάντων, από την πρώτη συνομιλία μας στις 23 Δεκεμβρίου του 2011, Μακρινή Γνωστή Αδερφής λέει: «Γιατί δεν κάνεις φίλο και τον φίλο μου τον Τάδε που είναι δημοσιογράφος και είναι και cute;» (=χαριτωμένος). Παραθέτει και λινκ στο προφίλ του εν λόγω «χαριτωμένου» φίλου. Εγώ γενικά δεν είμαι διόλου επιλεκτική στους «φίλους» -βασικά δεν έχω καταλάβει γιατί θα πρέπει να είμαι- άρα της λέω «και δεν τον κάνω;» -επί λέξει. Με την πρώτη (γρήγορη) ματιά, δεν βλέπω καν φωτογραφία στο προφίλ του αλλά δεν με πειράζει, απλά πατάω add as a friend. Με κάνει ακσέπτ.
Ο καινούριος μου φίλος είναι πολύ δραστήριος στο fb, στις επόμενες ημέρες βλέπω ότι ανεβάζει καθημερινά 2-3 στάτους, όλα στα ελληνικά, όλα ορθογραφημένα (με την παλιά σχολή, «νΟιώθω» όχι τα απλοποιημένα), γραμματική-συντακτικό κομπλέ, με αυτό το κάπως εξευγενισμένο της σκέψης.
(Παίζουν βέβαια και κάτι στίχοι από ποιήματα και άλλα «ψαγμένα» κουλτουρέ ρομαντικο-φανή αλλά πάει στο διάλο). Γενικά, γίνεται προφανές ότι του κόβει, έχει μια άλφα παιδεία, καλλιέργεια, ποιότητα (χωρίς «χ»), και γενικά όλα αυτά τα ουτοπικά…
…που σπάνια συναντάς σε στρέιτ άνθρωπο που βλέπεται και δεν έχει γυναίκα και τρία παιδιά.
Επειδή προφανώς δεν είμαι η μόνη που βρίσκει δυσεύρετα αυτά τα χαρακτηριστικά, σύντομα διαπιστώνω πως ό,τι μα Ο,ΤΙ κι αν ποστάρει, σε δευτερόλεπτα έχει τουλάχιστον 50 Likes συν τουλάχιστον καμιά δεκαριά σχόλια από κάτω. Όλα μα ΟΛΑ από γκόμενες. Στα οποία δεν απαντάει καν. (Σοβαρά, απαντάει μόνο σε άντρες που του κάνουν σχόλια, το οποίο συμβαίνει σε ένα 5% των στάτους του. Σε γκόμενα θα απαντήσει μόνο η γκόμενα είναι η Μαριόν Κοτιγιάρ και του πει κάτι απίστευτα σουπεργουάου έξυπνο ή αν του πει (απόλυτα τεκμηριωμένα) ότι είπε μαλακία. Μόνο τότε). Αλλιώς, τις γκόμενες της έχει γραμμένες. Στα σχόλια.
Για να σου εξηγήσω, σε μια μετέπειτα συζήτηση, του λέω ότι βγαίνω απ’ το facebook γιατί πρέπει να φύγω:
Διαβολικός Δίδυμος: «έτσι είναι οι ντίβες… όλο στη βόλτα…»
Εγώ: «πσιτ… σεμνό και ταπεινό αγόρι που απέχεις από ντίβα, ανέβασε κάνα στάτους ότι έξυσες τ’ αρχίδια σου να γελάσουμε με τα αχ και βαχ των σχολίων από κάτω, κι άσε εμάς τις κοινές θνητές να βγούμε βόλτα μπας και μας κοιτάξει κάνας χριστιανός…»
Αλλά επανέρχομαι. Τα υπόλοιπα που βλέπω απ’ το προφίλ του είναι ότι είναι σε μια αξιοπρεπή ηλικία –λίγο μεγαλύτερη απ’ τη δική μου- και ότι είναι Δίδυμος (καθώς προ-είπα). Κατά τα άλλα, το μόνο που μπορώ να καταλάβω από τις φωτογραφίες του, οι οποίες είναι ή ασπρόμαυρες ή καλλιτεχνικές, το οποίο σημαίνει μισές δηλαδή άει γαμήσου-κάτσε-ήσυχα-και-βγες-μια-νορμάλ-φωτογραφία-της-προκοπής, έχει μπλε μάτια -ή μπλε μάτΙ –καθότι δεν είμαι σίγουρη αν υπάρχει φωτό στην οποία εμφανίζονται και τα δύο συγχρόνως. (Αλλά κι αυτό μου ‘χει ξανασυμβεί, οπότε δεν φοβάμαι τίποτα). Στο θεωρητικό μιλάω πάντα, δεν τον έχω γνωρίσει τον άνθρωπο. Αλλά, ως ήταν αναμενόμενο, κάποια στιγμή, βλέπω κάποιο στάτους και, αυθορμήτως, σχολιάζω. Δεν θυμάμαι τι.
Ανήμερα πρωτοχρονιάς, μου στέλνει μήνυμα. Επαινεί το σχόλιό μου και λέει για το τι-ενδιαφέρουσα-που-είμαι-και-έχω-ΚΑΙ-βυζιά. Όχι ότι όντως λέει κάτι απ’ τα δύο, απλά μου μιλάει (και το πιάνω το γενικό νόημα). Εκεί επίσης καταλαβαίνουμε, φίλες και φίλοι, ότι γι’ αυτό δεν απαντάει στα σχόλια που του κάνουν οι 6.316 γκόμενες-φίλες του: απλά κόβει το ενδιάμεσο (το σχόλιο) και επικοινωνεί αμέσως στο ίνμποξ. (Πώς ήταν αυτό το δημοφιλές λογοπαίγνιο πριν μερικά χρόνια; «επι-το-πέως»; Αυτό). Αρχίζουμε και μιλάμε, λοιπόν. Μαθαίνω ότι εκτός από ζώδιο Δίδυμο, έχει και ωροσκόπο Δίδυμο. Συζητάμε και για άλλα, περί ανέμων και μειδιαμάτων.
Εντελώς δειγματοληπτικά, μια βραδιά που έχουμε μείνει και οι δύο σπίτι και μιλάμε, του λέω: «εσύ πίνεις κρασί και ακούς Εν Λευκώ – εγώ τρώω παγωτό και έχω ανοιχτό Mtv». Αυτός: «πόσο ΔΕΝ μοιάζουμε!» Και κάνει και γελαστή φατσούλα. Το πράγμα κυλάει πολύ πολιτισμένα, με σαφή φλερταριστική διάθεση μεν, αλλά χωρίς κανένα άγχος και καμία ανυπομονησία δε. Και οι δύο έχουμε αρκετά (δηλαδή αρκετούς και αρκετές) να ασχοληθούμε, άρα δεν υπάρχει καμία βιασύνη. Περνάει έτσι περίπου ένας μήνας.
Προς το τέλος Ιανουαρίου, γνωρίζω Κουτάβι και αρχίζω τα πάρε-δώσε μαζί του, που διαρκούν μέχρι και σχεδόν τέλος Μαρτίου. Κάπου γύρω στις Απόκριες, όπου το Κουτάβι έχει δηλώσει ότι θέλει το κορυφαίο «Αποκλειστικά Σεξ Αλλά Με Αποκλειστικότητα ‘Σχέσης’» (Κωδικό όνομα: ΑΣΑΜΑΣ και σλόγκαν: «Άσα μας κουκλίτσα μου»), εκεί που επεξεργάζομαι το πώς ακριβώς θα χειριστώ το εν λόγω θέμα, κανονίζω να δω Διαβολικό Δίδυμο. Έτσι, αναγνωριστικά. (Το δηλώνω από πριν να μην περιμένει πολλά-πολλά). Το αναφέρω ότι θα βγω μαζί του σε Αγαπημένη Φίλη, και εξ ου και η αρχή αυτουνού του ποστ.
Είμαι σίγουρη ότι κάπου την είχα γράψει την ιστορία του 1ου ραντεβού αλλά δεν την βρίσκω πουθενά, γαμώτηνπουτάναμουγαμώ. Βρήκα κάτι σημειώσεις γι’ αυτήν αλλά όχι την ίδια την ιστορία και δυστυχώς οι σημειώσεις δεν βγάζουν και πολύ νόημα. Περιλαμβάνουν αναφορές στο πολυαγαπημένο βιβλίο (σειρά βιβλίων) χιούμορ & επιστημονικής φαντασίας Hitch Hikers’ Guide to the Galaxy του Douglas Adams (=Γυρίστε το Γαλαξία με ωτοστόπ) και στην ταινία «το μωρό της Ρόζμαρυ», το οποίο μάλιστα το έχω γραμμένο λογοπαιγνιακά, «μωρό της ροζ-μαρή». Αυτό το τελευταίο σίγουρα είχε να κάνει με τη Σατανική φύση του Διαβολικού Διδύμου και το άγχος πιθανής εγκυμοσύνης και κύησης του Αντίχριστου, αλλά δεν έχω ιδέα πώς διάβολο κόλλαγε και πού (είπα, για σκέτο ποτό πήγαμε, πάνω απ’ τα ρούχα).
Πάμε λοιπόν σε κοκτεϊλάδικο: Nouvelle Vague στο Κολωνάκι. Η πρώτη σημείωση ήταν κάτι για το μπαρ (μάλλον είχε αργήσει) όπου είπε ότι δεν θα με άφηνε ποτέ να μπω σε μπαρ να τον περιμένω μόνη μου, κι εγώ είχα σκεφτεί αμέσως ότι κι όμως, όσο άβολα νιώθω σε άλλες καταστάσεις, ειδικά όταν απαιτείται κοινωνική επαφή και συναναστροφή με άλλους ανθρώπους, ένα μπαρ είναι ένα μπαρ. Ό,τι και να ‘ναι και όπου και να ‘ναι. Είναι ένα μπαρ, κι εγώ στα μπαρ νιώθω σαν στο σπίτι μου. (Βλέπε το γνωστό άσμα:
Εγώ, είμαι του μπαρ.
Κι έτσι, συνειρμικά, είχα σκεφτεί το παραπάνω βιβλίο όπου ένας από τους χαρακτήρες (ο Ζάφοντ Μπίμπλιμπροξ) έχει εφεύρει το κοκτέιλ Πανγκαλάκτικ Γκάργκλ-μπλάστερ, το οποίο είναι μια επικίνδυνα εκρηκτική γόμωση που σερβίρεται σε μπαρ στην άκρη του γαλαξία. Κι εκεί να είμαι, λοιπόν, σε άγνωστο πλανήτη, στο Ρεστοράν Στο Τέλος Του Σύμπαντος, δεν μπορεί, θα υπάρχει κάποιου τύπου -γήινος ή όχι- Μπαρτέντερ ο οποίος θα σερβίρει κάποιου τύπου κοκτέιλ όπως π.χ. το Πανγκαλάκτικ Γκάργκλ-μπλάστερ, του οποίου η επίδραση θα έχει ως αποτέλεσμα να σε κάνει σταδιακά να βλέπεις τα πράγματα πιο θολά, ώσπου να σηκώσεις το ποτήρι σου και να κάνεις ένα «γεια μας» στο απέναντι εξωγήινο μονόφθαλμο τέρας με τα πλοκάμια, που σε κέρασε σφηνάκι και σου κάνει το γλυκό μάτι. Απλά Πράγματα.
Άλλωστε, η σοφία όλου του σύμπαντος και το τέλος του κόσμου, βρίσκονται σε ένα μπαρ…
Θυμάμαι επίσης το ότι με το που βλέπω Διαβολικό Δίδυμο… (θυμάσαι που είπα ότι μόνο αποσπασματικά τον έχω δει σε κάτι βλαμμένες καλλιτεχνικές φωτογραφίες;) …ε, όταν τον πρωτοβλέπω σε ολόκληρο, με τα κομμάτια του παζλ ενωμένα, λέω «ω ρε πούστη μου, είναι ωραίος. Και κοντός ΚΑΙ ωραίος. Γάμα τα». (Επιπλέον, διαθέτει δύο μάτια, δηλαδή πλήρες σετ. Σε μπλε). Ενώ πίνουμε το ποτό μας, και γουλιά-γουλιά τον βρίσκω και πιο ελκυστικό, συζητάμε. Πάνω στην κουβέντα, λέει ότι ποτέ στη ζωή του δεν είχε σχέση (με γκόμενα). Ποτέ. Ούτε για έναν χρόνο. Είναι πιο μεγάλος από μένα. Δεν παραθέτει καν σαν λόγο την καραμέλα που όλοι έχουν πιπιλήσει:
δεν βρήκα ποτέ/ δεν έχω βρει ακόμα την κατάλληλη.
Όχι, φίλε μου. Λέει ότι δεν πολύ-θέλει και ότι δεν του ταιριάζει η μονογαμία. Και κάπου εκεί Διαβολικός Δίδυμος με πιάνει απ’ τη μέση. Ε, τι να κάνω, τον πιάνω κι εγώ. Και ημι-φιλιόμαστε. Κατά διαβολική σύμπτωση, την ίδια στιγμή, σαν να έχει τηλεπάθεια, Κουτάβι αρχίζει να με αναζητά μανιωδώς: με μήνυμα, κλήση, κι άλλο μήνυμα, κι άλλη κλήση. Παρά το ΑΣΑΜΑΣ, Κουτάβι ως τώρα έχει υπάρξει ο καλύτερος φίλος αυτού του ανθρώπου (δηλαδή εμού). Πιστός σύντροφος, τρυφερό, παιχνιδιάρικο, χαδιάρικο, πετάς μπαλάκι και στο φέρνει, και γενικά πολύ-πολύ κουταβένιο, κι εκείνη τη ρημάδα τη βραδιά με ψάχνει μ’ ένα παραπονεμένο, πληγωμένο και γλυκό τρόπο, τύπου «μα πού είσαι και με έχεις αφήσει μόνο μου;»
Κοιτάζω Διαβολικό Δίδυμο. Ετών 38, κανένας δεσμός ποτέ, μπλε μάτι, κουλτούρα, πνεύμα, και «βαριέμαι, ασφυκτιώ, πνίγομαι στους δυο μήνες με την ίδια γυναίκα». Σκέφτομαι Κουτάβι που με λέει «Γατούλι» και που όταν μένει σπίτι μου δεν μπορεί να κοιμηθεί αν δεν με έχει αγκαλιά. Κάνω φιλικό πατ-πατ στην πλάτη Διαβολικού Διδύμου και λέω «σόρι, αλλά έχω μια δουλειά» -χωρίς να προσθέσω το πιο βασικό: «…και καμιά δουλειά εδώ πέρα». Και χάνομαι μέσα στη νύχτα. Όχι ότι χάνομαι, τρόπος του λέγειν, απλά παίρνω ταξί και πάω Guzel, αλλά είπα να το κάνω λίγο φιλμ νουάρ. Αλλιώς, να πω ότι έφυγα βιαστικά λες και το ρολόι χτύπησε δώδεκα.
Ούτε γοβάκι δεν άφησα πίσω μου, αλλά δεν χανόμαστε, το νούμερό μου το ξέρει.
Μετά από εκείνη τη βραδιά, προς τέλος Μαρτίου, έρχεται το τελικό ρήγμα με Κουτάβι και είμαι απαρηγόρητη. Αυτό είναι επίσης τρόπος του λέγειν, καθότι υπάρχουν διάφοροι άνθρωποι πρόθυμοι να με παρηγορήσουν, μεταξύ των οποίων και Διαβολικός Δίδυμος. Όπου μου λέω ενθαρρυντικά: «ε, ώρα είναι να το ξαναδούμε αυτό το παιδί». Να σημειώσω εδώ ότι έχω απόλυτη συναίσθηση του χάσματος που υπάρχει μεταξύ μας στο στιλ, στα γούστα, στις προτιμήσεις, στον επιθυμητό τρόπο διασκέδασης, κ.λπ. Μπορεί να μην υπάρχει το χάσμα των γενεών (που υπάρχει συνήθως), αλλά στο λάιφ-στάιλ βρισκόμαστε αντικριστά στο Γκραν Κάνυον. Χαιρετιόμαστε από μακριά, στη μέση γκρεμός. Για παράδειγμα, μια φορά κάτι λέει για το ότι δεν βγαίνει Παρασκευή και Σάββατο βράδυ που βγαίνουν όλοι (οι πληβείοι) και κάτι του λέω “ΟΚ, αλλά… δεν είναι το ίδιο. Δεν σου ‘ρχεται τόσο εύκολα να γνωρίσεις κάποιον και να φιλιέσαι μαζί του Δευτεριάτικα…”
…ενώ την Παρασκευή, θες να φιλήσεις όλο τον κόσμο.
(Τέτοιο χάσμα, κάνει και ηχώ). Έχω την εντύπωση ότι γι’ αυτόν, εγώ είμαι το αντίστοιχο του ό,τι είναι το μέσο 20χρονο για μένα. Για τα δικά του δεδομένα, πιθανότατα είμαι πολύ αλαφρόμυαλη (δεν είναι γαμάτη ρετρό λέξη;), ρηχή, ροζ-τσιχλοφουσκέ και τέτοια. Αλλά, είπαμε, έχω βυζιά. (Και καλή ορθογραφία). Οπότε ξαναβλεπόμαστε. Και δεν περνάμε άσχημα, παρόλες τις αντιξοότητες. Υπάρχει χημεία, υπάρχει αμοιβαία αντίληψη του ότι ο άλλος δεν είναι ηλίθιος (βασικό), σε κάποιες φάσεις υπάρχουν και αυτές οι στιγμές που λες «ναι, ίσως κάτι υπάρχει εδώ».
Μια φορά, κατά τη διάρκεια αναζήτησης θέσης πάρκινγκ στο Μοναστηράκι, ενώ Διαβολικός Δίδυμος απελπίζεται αργά αλλά σταθερά, εγώ, καθότι δεν συμμερίζομαι ιδιαίτερα το πρόβλημά του, παρατηρώ φράσεις και συνθήματα γραμμένα πάνω σε τοίχους. Κάπου βλέπω ένα “Πες μου ότι θες”. Λέω φωναχτά ότι ξέχασαν το κόμμα στο “ό,τι”, εκείνος λέει ότι ζητάω πολλά. Την ίδια στιγμή, μου περνάει απ’ το μυαλό το νόημα της φράσης γραμμένης έτσι επίτηδες, χωρίς το κόμμα.
Πες μου ότι *θες*.
Λέω πόσο μα πόσο θέλω να γράφτηκε έτσι. Και συμφωνεί. (Προφανώς, συμφωνεί στο πόσο μεγάλη φαντασία έχω πάνω στη γραμματική, αλλά και πάλι).
Άλλη φορά, μετά από ποτό στην Καρύτση, ενώ περπατάμε προς το αυτοκίνητο και με κρατάει αλαμπρατσέτα, ακούμε από κάπου κάπως ονειρική ζωντανή μουσική και ψάχνουμε να τη βρούμε. Ανεβαίνουμε κάτι σκάλες στον Ιανό και πετυχαίνουμε λάιβ με μια τραγουδίστρια και πιάνο, και καθόμαστε να το ακούσουμε. Κράτησε εξίμισι λεπτά αλλά ήταν πολύ ωραία.
Σε άλλο ποτό, σε ταράτσα-κοκτεϊλάδικου, έχει ξεχάσει το όνομα κάποιου γνωστού του και τον σώνω συστήνοντας μόνη μου τον εαυτό μου, αναγκάζοντας έτσι τον «γνωστό» να μου πει το όνομά του. Διαβολικός Δίδυμος μου ζουλάει το μπούτι συνωμοτικά. Μετά γελάμε και οι δύο. Κι έχουμε θέα το φεγγάρι. Και με κρατάει αγκαλιά. Άλλη φορά, είμαστε σπίτι του ξαπλωμένοι και κάτι συζητάμε για βιβλία, και για λίγο χάνομαι στη συζήτηση και νιώθω κανονικός άνθρωπος που συνεννοείται με κάποιον άλλον άνθρωπο, και είναι και τότε ωραία.
Να σημειώσω εδώ ότι άλλη μια διαφορά μας είναι ότι εκείνος είναι κάπως πιο πρωινός τύπος ενώ εγώ κάθε απόγευμα σηκώνομαι από το ροζ μου φέρετρο διψασμένη για φρέσκο και ολοπόρφυρο χυμό ρόδι και έτοιμη για περιπέτεια. Κάθε φορά που είμαι σπίτι του, εξαιτίας της αμηχανίας και της «όχι-και-πολλά-πολλά» συμπεριφοράς του, προσπαθώ να «μαζέψω» λίγο την τρυφερότητα -που «μου βγαίνει» πλέον, στα γεράματα. Μετά από τα (αργούτσικα) ποτά λοιπόν, τα οποία υπομένει εξαιτίας μου, όταν αργότερα στο σπίτι του έχει νυστάξει και σχεδόν αποκοιμιέται, γίνεται σαν γατί και του αρέσει που τον φιλάω και τον χαϊδεύω, πράγμα που εκμεταλλεύομαι πλήρως -γιατί δεν θα το θυμάται το επόμενο πρωί.
Τι να κάνεις, αν δεν σου κάθεται στο ξύπνιο, τον πιάνεις στον ύπνο*.
*Το παραπάνω αναφέρεται βασικά σε γυναίκες και/ή σε αθώα χάδια, αλλιώς είναι βιασμός και θα πας φυλακή, σε προειδοποιώ.
Υπάρχουν κάποιες ωραίες στιγμές, λοιπόν, αλλά αυτές οι στιγμές είναι λίγες. Και η αμηχανία πολλή. Από το «γεια σου» μέχρι και το σεξ. Όχι κακό, αλλά κι αυτό, αμήχανο. Είναι ένας περίεργος συνδυασμός που με κάνει συνέχεια να σκέφτομαι «αχ, τι ωραία που θα ήταν αν ήταν αλλιώς…» Σοβαρά, είναι απίστευτο το σε πόσες «σχέσεις» -ακόμα και τελείως περιστασιακές- επενδύουμε (σε χρόνο ή συναίσθημα) προσδοκώντας ανάσταση νεκρών και πιστεύοντας ότι «αν αυτό άλλαζε, τότε θα ήταν σούπερ».
Πάντως εγώ γενικά του αναφέρω πολλά για τα στοιχεία σ’ αυτόν που θεωρώ frustrating (= εκνευριστικά, που με θυμώνουν και που συγχρόνως με θλίβουν, που με φέρνουν στα όρια της υπομονής μου). Του τα λέω ΜΠΑΣ ΚΑΙ δεν τα ‘ξερε και θέλει να τ’ αλλάξει, αλλά είναι το ίδιο σαν να μου πει κάποιος: «είσαι κοντή, το ξέρεις;» κι εγώ να απαντήσω έκπληκτη:
Άει στο διάολο, και δεν το λες τόσον καιρό; Αύριο κιόλας, θα ξυπνήσω και θα ‘μαι 1,75!
Το Twilight είναι και επίκαιρο. (Οι μη-ρεαλιστικές προσδοκίες είναι πάντα επίκαιρες…)
Συνέχεια εδώ